Οικονομία

Στεγαστικό: Τελευταία η Ελλάδα στην ΕΕ στη νέα οικοδόμηση και 700.000 κλειστά σπίτια – Νέα έρευνα αποκαλύπτει τις αιτίες της κρίσης

Η στεγαστική κρίση εξελίσσεται πλέον σε μια από τις πιο οξείες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις των τελευταίων δεκαετιών — και, παρά τις διαδοχικές ανακοινώσεις κυβερνητικών πρωτοβουλιών, η πραγματικότητα δείχνει ότι το πρόβλημα βαθύνει.

Οι τιμές αγοράς και τα ενοίκια αυξάνονται με ρυθμούς που έχουν πάψει εδώ και χρόνια να συμβαδίζουν με τα εισοδήματα, ενώ η προσφορά παραμένει καθηλωμένη. Το οξύμωρο; Η χώρα εξακολουθεί να μην διαθέτει έναν ενιαίο μηχανισμό καταγραφής του οικιστικού της αποθέματος. Η πολιτεία επιχειρεί να χαράξει στεγαστική πολιτική «στα τυφλά», με αποσπασματικά δεδομένα και χωρίς πραγματική εικόνα των αναγκών.

Η νέα έρευνα της Blupeak Estate Analytics υπογραμμίζει το μέγεθος του αδιεξόδου: η Ελλάδα βρίσκεται τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ρυθμό νέας οικοδόμησης — μόλις μία νέα κατοικία ανά 1.000 κατοίκους. Η υποεπένδυση στην οικοδομή, που ξεκίνησε στα χρόνια της κρίσης, συνεχίζει να παράγει αποτελέσματα: οι αυξήσεις στα ενοίκια και η περιορισμένη προσφορά διαμορφώνουν ένα τοπίο που αποκλείει ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά από την πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγη.

Την ίδια στιγμή, πάνω από 700.000 κατοικίες παραμένουν κενές ή υποαξιοποιημένες — αποτύπωση όχι μόνο οικονομικών, αλλά και θεσμικών παθογενειών. Γραφειοκρατία, φορολογικά αντικίνητρα και τεχνικές δυσκολίες εμποδίζουν την αξιοποίησή τους, ενώ η αγορά κινείται σε δύο παράλληλους κόσμους: από τη μία, έργα υψηλού κόστους και επενδύσεις με υψηλές αποδόσεις· από την άλλη, πλήρης έλλειψη προσιτών επιλογών για νέους, οικογένειες και μεσαία εισοδήματα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα ενοίκια στην Αθήνα έχουν αυξηθεί κατά 45% από το 2018, ενώ η βραχυχρόνια μίσθωση συνεχίζει να απορροφά σημαντικό μέρος της διαθέσιμης κατοικίας, περιορίζοντας περαιτέρω τη μακροχρόνια αγορά. Η στεγαστική πίεση δεν αφορά πλέον μόνο ευάλωτες ομάδες: πλήττει τη μεσαία τάξη, η οποία πλέον δυσκολεύεται σοβαρά να καλύψει ακόμη και βασικές ανάγκες στέγασης. Ένας στους τρεις ενοικιαστές δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του για κατοικία — ποσοστό που ξεπερνά κατά πολύ το ευρωπαϊκό όριο αντοχής.

Η κρίση δεν είναι μόνο ελληνική· είναι ευρωπαϊκή. Όμως, σε αντίθεση με άλλες χώρες που εφαρμόζουν συνδυασμένες πολιτικές —από ανώτατα όρια αυξήσεων μέχρι μαζική επένδυση σε κοινωνική κατοικία— η Ελλάδα μοιάζει να παρακολουθεί το πρόβλημα να διογκώνεται χωρίς να αναπτύσσει αντίστοιχης κλίμακας εργαλεία. Με σταθερή εξαίρεση τη Βιέννη, όπου σχεδόν το μισό απόθεμα κατοικιών ανήκει σε κοινωνικό ή μη κερδοσκοπικό σύστημα, αρκετές κυβερνήσεις της Ευρώπης προχωρούν σε ουσιαστικές παρεμβάσεις, ενώ η Ελλάδα επιμένει σε μέτρα μικρής εμβέλειας και περιορισμένης αποτελεσματικότητας.

Η μεγαλύτερη όμως παθογένεια παραμένει η ίδια: η απουσία ενιαίας βάσης δεδομένων για το οικιστικό απόθεμα και τις πραγματικές ανάγκες. Με Κτηματολόγιο, Δήμους, ΑΑΔΕ και πλήθος άλλων υπηρεσιών να λειτουργούν χωρίς διασύνδεση, η χώρα αδυνατεί να συγκροτήσει μία σαφή εικόνα που θα επέτρεπε στο κράτος να σχεδιάσει πολιτικές με ακρίβεια, ταχύτητα και κοινωνικό αντίκτυπο.

Χωρίς ολοκληρωμένο στεγαστικό σχεδιασμό, η κρίση κινδυνεύει να μετατραπεί σε συστημικό πρόβλημα· όχι μόνο θέμα αγοράς ακινήτων, αλλά παράγοντα κοινωνικής ανισότητας, δημογραφικής συρρίκνωσης και οικονομικής στασιμότητας. Και προς το παρόν, η πολιτεία δείχνει περισσότερο να παρακολουθεί τις εξελίξεις, παρά να επιχειρεί να τις αναστρέψει.

Διαβάστε επίσης:

Νέος Κόσμος: Ίχνη στραγγαλισμού στον 58χρονο οδηγό – Τι αποκάλυψε η ιατροδικαστική εξέταση

«Δεν οδηγούσε ο Στέφανος», λέει ο δικηγόρος του Τσιτσιπά για την κλήση 2.000 ευρώ

Πέθανε ο επιχειρηματίας Πάνος Μαρινόπουλος

Πηγή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | topontiki.gr

Back to top button