Η αντίφαση που φέρνει αδικίες και επιβαρύνει το δημοσιονομικό: Φορολογικά βάρη στα συνήθη θύματα, φοροαπαλλαγές κυρίως για επιχειρήσεις

Φόρους ύψους 22,9 δισ. ευρώ γλίτωσαν το 2025 νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσω του καθεστώτος φοροαπαλλαγών, με τον συνολικό «λογαριασμό» να εκτοξεύεται κατά σχεδόν 4 δισ. ευρώ μέσα σε έναν χρόνο. Η διόγκωση αυτή δεν είναι τυχαία: συνδέεται άμεσα με τα νέα φορολογικά κίνητρα που προσφέρει η κυβέρνηση στις επιχειρήσεις – από υπεραποσβέσεις έως προνομιακά καθεστώτα για συγχωνεύσεις και πράσινες επενδύσεις –, τα οποία αυξάνουν θεαματικά το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με τον ειδικό τόμο που συνοδεύει τον προϋπολογισμό του 2026, οι φοροαπαλλαγές ανήλθαν από τα 18,8 δισ. ευρώ το 2024 στα 22,88 δισ. ευρώ φέτος. Η λίστα μάλιστα μεγάλωσε: προστέθηκαν άλλες 120 περιπτώσεις, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό στις 1.236. Πρόκειται για μια «χαρτογράφηση» που δείχνει όχι μόνο το εύρος των εξαιρέσεων, αλλά και το ποιοι τελικά ωφελούνται περισσότερο.
Το μεγαλύτερο βάρος για το Δημόσιο προέρχεται από τη φορολογία κεφαλαίου, όπου οι απαλλαγές ξεπερνούν τα 9 δισ. ευρώ. Πρόκειται για εκπτώσεις και μηδενικούς συντελεστές σε μεταβιβάσεις ακινήτων, γονικές παροχές, δωρεές, κληρονομιές, ΕΝΦΙΑ και κυρίως τον Ειδικό Φόρο Ακινήτων – έναν φόρο που τυπικά στοχεύει στη διαφάνεια της ιδιοκτησίας, αλλά στην πράξη συνοδεύεται από πληθώρα εξαιρέσεων.
Στο φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων καταγράφονται 252 διαφορετικές απαλλαγές, συνολικού κόστους 4,946 δισ. ευρώ. Από αυτά, σχεδόν 4 δισ. αφορούν το αφορολόγητο και τις εκπτώσεις για 7 εκατομμύρια φορολογούμενους. Άλλες στοχευμένες απαλλαγές αφορούν ναυτικούς, αποζημιώσεις, επιδόματα και ενισχύσεις για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η μείωση φόρου για οικογένειες με παιδιά ανέρχεται σε 3,92 δισ. ευρώ – στοιχείο που επιβεβαιώνει τον δημοσιονομικό αντίκτυπο της οικογενειακής πολιτικής.
Από την άλλη πλευρά, ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων παρουσιάζει θεαματική αύξηση: το κόστος των 265 φοροαπαλλαγών εκτοξεύτηκε στα 5,805 δισ. ευρώ μέσα σε ένα χρόνο, υπερβαίνοντας πλέον το αντίστοιχο κόστος για τα φυσικά πρόσωπα. Η εκρηκτική αυτή μεταβολή προκαλεί εύλογες συζητήσεις για το πόσο στοχευμένα και αποτελεσματικά είναι τα κίνητρα που δίνει το κράτος στις επιχειρήσεις.
Στο μέτωπο του ΦΠΑ, οι 73 απαλλαγές κοστίζουν στο Δημόσιο 1,007 δισ. ευρώ και καλύπτουν εκπαίδευση, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, πολιτισμό, μειωμένους συντελεστές στα νησιά, βασικά αγαθά και υπηρεσίες τουρισμού. Αντίστοιχα, στους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης οι 42 απαλλαγές αθροίζουν 1,024 δισ. ευρώ, κυρίως σε καύσιμα και αλκοόλ.
Το «ψηφιακό τέλος συναλλαγής», που αντικατέστησε το χαρτόσημο, συνοδεύεται από απαλλαγές ύψους 72,88 εκατ. ευρώ, ενώ στο τέλος ταξινόμησης οχημάτων το κόστος φτάνει τα 247,5 εκατ. ευρώ. Στα τέλη κυκλοφορίας υπάρχουν άλλες 30 απαλλαγές, ύψους 24,4 εκατ. ευρώ.
Το συμπέρασμα είναι σαφές: οι φοροαπαλλαγές όχι μόνο πολλαπλασιάζονται, αλλά και μετατρέπονται σε έναν από τους πιο ακριβούς «κρυφούς» λογαριασμούς του κρατικού προϋπολογισμού. Οι αυξήσεις στα κίνητρα επιχειρήσεων και οι εκτεταμένες εξαιρέσεις σε εισοδήματα και ακίνητα δημιουργούν ένα περίπλοκο σύστημα με σημαντικό δημοσιονομικό βάρος, το οποίο θέτει πλέον επιτακτικά το ερώτημα: ποιες από αυτές τις απαλλαγές είναι πράγματι κοινωνικά δίκαιες και οικονομικά αποτελεσματικές – και ποιες απλώς διευρύνουν τις ανισότητες μέσα από την ίδια τη φορολογική πολιτική.
Διαβάστε επίσης:
Κρι Κρι: Εξαγωγές γιαουρτιού και άνοδος παγωτού ενισχύουν τον τζίρο της, μειώνονται τα καθαρά κέρδη
Όμιλος AKTOR: Έσοδα ήδη από το 2025 από τη συμφωνία για το αμερικανικό LNG
Πηγή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | topontiki.gr








