Οι γαλάζιοι φόβοι από την συνέχιση των αγροτικών κινητοποιήσεων – Οι πιέσεις των βουλευτών και ο προβληματισμός του Μαξίμου

Στο Μέγαρο Μαξίμου κανείς δεν κρύβει πια ότι το αγροτικό έχει εξελιχθεί σε έναν από τους πιο δύσκολους γρίφους της φετινής περιόδου. Τα τρακτέρ δεν κλείνουν απλώς δρόμους· απειλούν να «κλείσουν» και τη χριστουγεννιάτικη αγορά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το πολιτικό κλίμα, ειδικά για μια κυβέρνηση που έχει επενδύσει στην εικόνα της κανονικότητας και της σταθερότητας.
Την πίεση όμως δεν τη νιώθει μόνο το κυβερνητικό επιτελείο. Τη νιώθουν – και μάλιστα έντονα – οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, ιδίως όσοι εκλέγονται σε αγροτικούς νομούς. Αυτοί βρίσκονται στην πρώτη γραμμή: από τη μια πλευρά έχουν τους αγρότες που ζητούν ουσιαστικές λύσεις στο κόστος παραγωγής, στη φορολογία και στην ενέργεια, από την άλλη όμως επαγγελματίες του τουρισμού, της εστίασης και των μεταφορών που βλέπουν το ταμείο των γιορτών να τινάζεται στον αέρα.
Ήδη σε δημοφιλείς χριστουγεννιάτικους προορισμούς, όπως πόλεις με θεματικά πάρκα, φωτισμένες αγορές και οργανωμένα events, καταγράφονται ακυρώσεις εκδρομών και οργανωμένων πακέτων. Για παράδειγμα στον Μύλο των Ξωτικών στα Τρίκαλα είναι καθημερινές οι ακυρώσεις εκδρομών από σχολεία της Βορείου Ελλάδος ενώ τα πρώτα σύννεφα έχουν αρχίσει και φαίνονται στις κρατήσεις καταλυμάτων για τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά.
Τα ταξιδιωτικά γραφεία παγώνουν νέες κρατήσεις, ξενοδόχοι και ιδιοκτήτες ενοικιαζόμενων καταλυμάτων υπολογίζουν ξανά τον τζίρο τους, ενώ η εστίαση φοβάται ότι η «χρυσή» περίοδος από τα μέσα Δεκεμβρίου μέχρι τα Θεοφάνια θα είναι φέτος πολύ πιο ισχνή. Όλα αυτά μετατρέπονται σε πολιτικό μήνυμα προς την κυβέρνηση: «Αν χαθεί η σεζόν, κάποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό».
Στις συσκέψεις στο Μαξίμου, αλλά και στα πηγαδάκια της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, κυριαρχεί ένας διπλός προβληματισμός. Πρώτον, πώς θα βρεθεί μια λύση που να μην εκτροχιάζει τον προϋπολογισμό και να μην ανοίγει διαρκώς νέες τρύπες στις κρατικές δαπάνες. Δεύτερον – και ίσως πιο σημαντικό πολιτικά τι θα γίνει εάν υπάρξει έκρηξη κοινωνικού αυτοματισμού: οι μεν πολίτες που χάνουν διακοπές, χρήματα και χρόνο να στραφούν όχι μόνο εναντίον των αγροτών αλλά και εναντίον της κυβέρνησης που δεν λύνει το θέμα, οι δε αγρότες να θεωρήσουν ότι η κυβέρνηση τους αφήνει μόνο με υποσχέσεις και να διαρρήξουν κι άλλο την πολιτική σχέση μαζί της.
Οι γαλάζιοι βουλευτές της επαρχίας μεταφέρουν στην κυβέρνηση πολύ καθαρά αυτό το κλίμα. Δεν είναι λίγοι όσοι προειδοποιούν ότι, αν συνεχιστεί το μπρα-ντε-φερ με κλειστούς δρόμους και ουρές στα διόδια τις ημέρες των γιορτών, θα δημιουργηθεί έντονη δυσαρέσκεια σε κοινωνικές ομάδες που παραδοσιακά δεν είναι εχθρικές προς τη ΝΔ: μικρομεσαίους επαγγελματίες, οικογενειάρχες της μεσαίας τάξης, ανθρώπους που έχουν μάθει να κάνουν έστω ένα τριήμερο τα Χριστούγεννα ή την Πρωτοχρονιά. Όταν αυτό ακυρώνεται την τελευταία στιγμή, ο θυμός ψάχνει στόχο – και στην πολιτική, στόχος είναι πάντα η εκάστοτε κυβέρνηση.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, πληθαίνουν οι φωνές εντός της ΝΔ που ζητούν «πολιτικό χειρισμό» από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Βουλευτές ζητούν να μπει ο πρωθυπουργός πιο αποφασιστικά μπροστά, είτε με μια καθαρή πρωτοβουλία διαλόγου καλώντας τους εκπροσώπους των αγροτών στο Μαξίμου, είτε με ένα πιο ολοκληρωμένο πακέτο παρεμβάσεων για τον πρωτογενή τομέα, που να δίνει προοπτική και όχι απλώς «μπαλώματα» για λίγους μήνες. Η λογική τους είναι απλή: όταν το πρόβλημα αποκτά πανεθνική διάσταση, δεν αρκούν οι τεχνικές συζητήσεις με τους αρμόδιους υπουργούς.
Στον σχεδιασμό της κυβέρνησης υπάρχουν σκέψεις για ενίσχυση υφιστάμενων μέτρων – από το ενεργειακό κόστος μέχρι στοχευμένες ελαφρύνσεις – αλλά και για ένα πιο καθαρό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης όσων έχουν ήδη εξαγγελθεί. Το ερώτημα όμως είναι αν όλα αυτά θα προλάβουν να πείσουν, προτού παγιωθεί η εικόνα μιας χώρας που τις γιορτές «κόβεται στα δύο» από μπλόκα.
Κυβερνητικά στελέχη αναγνωρίζουν ότι ένα παρατεταμένο σκηνικό έντασης στους δρόμους θα δώσει επιχειρήματα στην αντιπολίτευση, η οποία ήδη επιχειρεί να εμφανίσει τη ΝΔ ως «αποκομμένη» από την περιφέρεια και τα προβλήματα της υπαίθρου. Παράλληλα, η συζήτηση για τον κοινωνικό αυτοματισμό δεν είναι θεωρητική: αν οι επαγγελματίες του τουρισμού και της αγοράς αρχίσουν να μιλούν ανοιχτά για «χαμένη χρονιά», τότε το κλίμα στρέφεται ταυτόχρονα και κατά των αγροτών και κατά της κυβέρνησης.
Στο τέλος της ημέρας, το διακύβευμα για το Μαξίμου δεν είναι μόνο να επανέλθει η κυκλοφορία στους δρόμους. Είναι να μην μετατραπεί το αγροτικό σε εστία γενικευμένης γκρίνιας σε όλη την κοινωνία, ακριβώς στην περίοδο όπου οι πολίτες περιμένουν λίγη κανονικότητα, λίγη ανάσα και, ναι, λίγη χαρά. Αν αυτό χαθεί, το πολιτικό κόστος δεν θα μετρηθεί μόνο σε ποσοστά – θα μετρηθεί και σε εμπιστοσύνη. Και αυτή είναι πάντα η πιο δύσκολη να ξανακερδηθεί. Σε μια περίοδο που το Mέγαρο Μαξίμου θέλει να κάνει restart στην προβληματική εικόνα που είχε η κυβέρνηση το 2025 και να ξεκινήσει με θετικούς οιωνούς το 2026 οι αγροτικές κινητοποιήσεις ανατρέπουν τους σχεδιασμούς και απειλούν την περαιτέρω δημοσκοπική άνοδο της Νέας Δημοκρατίας.
Διαβάστε επίσης:
Στο πλευρό των αγροτών ο Αντώνης Σαμαράς: «Χωρίς αυτούς δεν υπάρχει χώρα»








